Οι λέξεις "challenge" και "difficulty" στην αγγλική γλώσσα, μολονότι μοιάζουν να έχουν παρόμοια σημασία, έχουν σημαντικές διαφορές. Η λέξη "challenge" υποδηλώνει μια δύσκολη εργασία ή κατάσταση που απαιτεί προσπάθεια και ικανότητες για να την ξεπεράσουμε, ενώ συχνά περιλαμβάνει και ένα στοιχείο πρόκλησης, μια ευκαιρία να δοκιμάσουμε τον εαυτό μας. Από την άλλη, η λέξη "difficulty" αναφέρεται απλώς σε μια δυσκολία, ένα εμπόδιο που κάνει κάτι δύσκολο ή δυσάρεστο.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Challenge: "Learning a new language is a challenge, but a rewarding one." (Η μάθηση μιας νέας γλώσσας είναι μια πρόκληση, αλλά και μια ανταμοιβή.)
Challenge: "He accepted the challenge and climbed the mountain." (Δέχτηκε την πρόκληση και ανέβηκε το βουνό.)
Difficulty: "I am having difficulty understanding this text." (Έχω δυσκολία να καταλάβω αυτό το κείμενο.)
Difficulty: "The difficulty of the exam was surprising." (Η δυσκολία της εξέτασης ήταν εκπληκτική.)
Σημειώστε ότι η λέξη "challenge" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως ρήμα, με την έννοια "προκαλώ", ενώ η λέξη "difficulty" χρησιμοποιείται μόνο ως ουσιαστικό.
Happy learning!