Οι λέξεις "complete" και "finish" στην αγγλική γλώσσα μπερδεύουν πολλούς μαθητές, καθώς έχουν παρόμοια σημασία. Και οι δύο σημαίνουν "ολοκλήρωση", αλλά η χρήση τους διαφέρει σε κάποιες περιπτώσεις. Η λέξη "complete" υποδηλώνει μια πλήρη και ολοκληρωμένη ολοκλήρωση, ενώ η λέξη "finish" υποδηλώνει την ολοκλήρωση μιας εργασίας, ίσως και πιο γρήγορα, χωρίς να υπονοεί απαραίτητα την πλήρη τελειότητα.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Complete: "I have completed my homework." (Ολοκλήρωσα τα μαθήματά μου.) Σε αυτή την περίπτωση, υπονοείται ότι τα μαθήματα έχουν γίνει πλήρως και σωστά.
Finish: "I finished my homework quickly." (Τελείωσα γρήγορα τα μαθήματά μου.) Εδώ, η έμφαση δίνεται στην ταχύτητα ολοκλήρωσης, όχι απαραίτητα στην πλήρη τελειότητα.
Complete: "The building is complete." (Το κτίριο είναι ολοκληρωμένο.) Υπονοεί ένα πλήρως κατασκευασμένο κτίριο.
Finish: "They finished building the house." (Τελείωσαν το χτίσιμο του σπιτιού.) Εδώ, η έμφαση είναι στην ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Complete: "This is a complete sentence." (Αυτή είναι μια πλήρης πρόταση.) Δηλώνει μια πρόταση που έχει νόημα και είναι γραμματικά σωστή.
Finish: "Finish writing that sentence!" (Τέλειωσε να γράφεις την πρόταση!) Δεν υπονοεί απαραίτητα ότι η πρόταση θα είναι γραμματικά σωστή.
Η σωστή χρήση των δύο λέξεων εξαρτάται από το πλαίσιο. Με την εξάσκηση, θα μάθετε να τις χρησιμοποιείτε σωστά. Happy learning!