Diligent vs Hardworking: Δύο αγγλικές λέξεις με μικρή διαφορά

Οι λέξεις "diligent" και "hardworking" στην αγγλική γλώσσα περιγράφουν και οι δύο κάποιον που δουλεύει πολύ, αλλά υπάρχει μια σημαντική διαφορά στη σημασία τους. Η λέξη "diligent" τονίζει την επιμέλεια και την προσοχή στη λεπτομέρεια, ενώ η λέξη "hardworking" τονίζει την σκληρή δουλειά και την προσπάθεια. Ένας επιμελής μαθητής (diligent student) θα διαβάζει προσεκτικά και θα οργανώνει καλά τις σημειώσεις του, ενώ ένας σκληρά εργαζόμενος μαθητής (hardworking student) θα διαβάζει για πολλές ώρες, ακόμα και αν αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και οργανωμένος.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

  • Diligent: "She is a diligent student and always gets high marks." (Είναι μια επιμελής μαθήτρια και πάντα παίρνει υψηλούς βαθμούς.)
  • Hardworking: "He is a hardworking employee and always meets his deadlines." (Είναι ένας σκληρά εργαζόμενος υπάλληλος και πάντα προλαβαίνει τις προθεσμίες του.)

Μια ακόμα διαφορά είναι ότι η λέξη "diligent" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για πιο μικρές, καθημερινές εργασίες, ενώ η λέξη "hardworking" χρησιμοποιείται συχνότερα για πιο μεγάλες και απαιτητικές εργασίες. Για παράδειγμα, μπορείς να πεις ότι είσαι diligent στο να μαθαίνεις νέες λέξεις (diligent in learning new words - επιμελής στο να μαθαίνεις νέες λέξεις), αλλά μάλλον δεν θα χρησιμοποιούσες το "hardworking" σε αυτήν την περίπτωση.

  • Diligent: "He was diligent in his research, checking every source carefully." (Ήταν επιμελής στην έρευνά του, ελέγχοντας προσεκτικά κάθε πηγή.)
  • Hardworking: "The farmers worked hard in the field, from sunrise to sunset." (Οι αγρότες δούλεψαν σκληρά στο χωράφι, από την ανατολή έως τη δύση του ηλίου.)

Happy learning!

Learn English with Images

With over 120,000 photos and illustrations