Enough vs Sufficient: Δύο Λέξεις, Δύο Νύξεις

Οι λέξεις "enough" και "sufficient" στην αγγλική γλώσσα μπερδεύουν πολλούς μαθητές. Και οι δύο σημαίνουν "αρκετός", αλλά υπάρχουν διαφορές στη χρήση τους. Το "enough" είναι πιο απλό και πιο συνηθισμένο, ενώ το "sufficient" είναι πιο επίσημο και χρησιμοποιείται συνήθως σε γραπτό λόγο. Το "enough" μπορεί να τροποποιήσει ουσιαστικά, επίθετα ή ρήματα, ενώ το "sufficient" χρησιμοποιείται κυρίως ως επίθετο.

Παραδείγματα:

  • Enough: "I have enough money to buy the book." (Έχω αρκετά λεφτά για να αγοράσω το βιβλίο.)
  • Enough: "Is the food enough for everyone?" (Είναι το φαγητό αρκετό για όλους;)
  • Sufficient: "The evidence presented was sufficient to convict him." (Τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν ήταν αρκετά για να τον καταδικάσουν.)
  • Sufficient: "We have sufficient funds to complete the project." (Έχουμε επαρκή κεφάλαια για να ολοκληρώσουμε το έργο.)

Σημειώστε ότι στο παράδειγμα με το "enough" ως επίρρημα, η φράση "αρκετά" στην ελληνική μετάφραση είναι πιο κοντινή στο νόημα. Με το "sufficient" η μετάφραση με "επαρκής" ή "αρκετός" είναι αμφότερες αποδεκτές, αλλά "επαρκής" ίσως ταιριάζει καλύτερα σε πιο επίσημες καταστάσεις. Η διαφορά μεταξύ των δύο λέξεων είναι λεπτή, αλλά η πρακτική θα σας βοηθήσει να την καταλάβετε καλύτερα.

Happy learning!

Learn English with Images

With over 120,000 photos and illustrations