Entire vs. Whole: Η διαφορά μεταξύ δύο αγγλικών λέξεων

Οι λέξεις "entire" και "whole" στην αγγλική γλώσσα μπερδεύονται συχνά, καθώς και οι δύο μεταφράζονται στα ελληνικά ως "ολόκληρος" ή "ολοκληρωτικός". Η βασική διαφορά έγκειται στο τι ακριβώς περιγράφουν. Η λέξη "entire" αναφέρεται σε κάτι που είναι πλήρες, αδιαίρετο, χωρίς να λείπει κανένα μέρος του, ενώ η λέξη "whole" αναφέρεται σε κάτι που είναι πλήρες ως προς τον αριθμό ή την ποσότητα, αποτελώντας μια ενιαία ολότητα. Συχνά, οι δύο λέξεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν εναλλακτικά, αλλά υπάρχουν περιπτώσεις όπου μόνο η μία είναι σωστή.

Για παράδειγμα:

  • "He ate the entire cake." (Έφαγε όλο το κέικ.) Σε αυτή την περίπτωση, το κέικ έχει φαγωθεί πλήρως, χωρίς να έχει μείνει κομμάτι. Η λέξη "entire" τονίζει την πλήρη κατανάλωση του κέικ.
  • "The whole family went to the beach." (Όλη η οικογένεια πήγε στην παραλία.) Εδώ, η λέξη "whole" δηλώνει ότι όλα τα μέλη της οικογένειας πήγαν στην παραλία, όχι μόνο μερικά. Δεν υπονοεί κατ' ανάγκη ότι η οικογένεια είναι αδιαίρετη οντότητα, αλλά ότι όλα τα μέλη της συμμετείχαν στην δραστηριότητα.

Μια άλλη σημαντική διαφορά είναι ότι η λέξη "entire" μπορεί να χρησιμοποιηθεί με αφηρημένες έννοιες, ενώ η λέξη "whole" χρησιμοποιείται συχνότερα με συγκεκριμένα αντικείμενα ή ομάδες.

  • "The entire project was a success." (Όλο το project ήταν επιτυχημένο.)
  • "The whole truth came out." (Όλη η αλήθεια βγήκε στην επιφάνεια.)

Στις φράσεις αυτές, "entire" ταιριάζει καλύτερα γιατί αναφέρεται σε κάτι αφηρημένο (ένα project) ή σε κάτι που δεν είναι απαραίτητα ένα άθροισμα τμημάτων (η αλήθεια).

Happy learning!

Learn English with Images

With over 120,000 photos and illustrations