Illegal vs. Unlawful: Δύο λέξεις, δύο διαφορετικές έννοιες;

Οι λέξεις "illegal" και "unlawful" στην αγγλική γλώσσα συχνά μπερδεύονται, καθώς και οι δύο περιγράφουν πράξεις που δεν επιτρέπονται από τον νόμο. Ωστόσο, υπάρχει μια λεπτή διαφορά. Το "illegal" αναφέρεται κυρίως σε πράξεις που απαγορεύονται ρητά από συγκεκριμένους νόμους, ενώ το "unlawful" έχει ευρύτερη ερμηνεία και περιλαμβάνει πράξεις που αντίκεινται στο πνεύμα ή στην ουσία του νόμου, ακόμα και αν δεν υπάρχει ρητή απαγόρευση. Σκεφτείτε το "illegal" σαν μια πιο αυστηρή, συγκεκριμένη παράβαση, ενώ το "unlawful" σαν μια πιο γενική αντίθεση προς το νόμο.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

  • Illegal parking: Παράνομο παρκάρισμα. (Η στάθμευση σε συγκεκριμένο σημείο απαγορεύεται από τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας.) This action is specifically prohibited by law.

  • Unlawful assembly: Παράνομη συγκέντρωση. (Μια συγκέντρωση που μπορεί να μην απαγορεύεται ρητά, αλλά θεωρείται επικίνδυνη ή διαταράσσει την τάξη.) This action might not be explicitly forbidden, but it's against the spirit of the law, potentially leading to disruption or danger.

  • Illegal drugs: Παράνομα ναρκωτικά. (Η κατοχή ή διακίνηση αυτών των ουσιών είναι ρητά απαγορευμένη). These substances are clearly and specifically banned by law.

  • Unlawful seizure of property: παράνομη κατάσχεση περιουσίας (Η πράξη είναι αντίθετη προς το δίκαιο, ακόμα κι αν δεν υπάρχει συγκεκριμένος νόμος που την απαγορεύει ρητά σε αυτή την περίπτωση.) This action violates the principles of justice, even if no specific law directly prohibits it in this exact scenario.

Σε γενικές γραμμές, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το "illegal" με περισσότερη ασφάλεια, αφού αναφέρεται σε πιο ξεκάθαρες παραβάσεις του νόμου. Το "unlawful" χρησιμοποιείται σε πιο περίπλοκες ή ασαφείς περιπτώσεις, όπου υπάρχει αντίθεση με το νόμο, αλλά όχι απαραίτητα μια ρητή απαγόρευση.

Happy learning!

Learn English with Images

With over 120,000 photos and illustrations