Οι λέξεις "infant" και "baby" στην αγγλική γλώσσα χρησιμοποιούνται και οι δύο για να περιγράψουν ένα πολύ μικρό παιδί, αλλά υπάρχει μια σημαντική διαφορά στη χρήση τους. Η λέξη "baby" είναι η πιο κοινή και γενική λέξη για να περιγράψει ένα μωρό, από τη γέννηση έως περίπου την ηλικία των δύο ετών. Η λέξη "infant", από την άλλη, αναφέρεται συνήθως σε ένα μωρό που είναι ακόμα πιο μικρό, συνήθως μέχρι την ηλικία των 12 μηνών, ή σε ιατρικά ή νομικά πλαίσια. Συνεπώς, ενώ όλα τα infants είναι babies, δεν είναι όλα τα babies infants.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
"The baby was crying all night." (Το μωρό έκλαιγε όλη νύχτα.) Αυτό είναι ένα γενικό παράδειγμα, και θα μπορούσε να αναφέρεται σε ένα μωρό οποιασδήποτε ηλικίας μέχρι περίπου δύο ετών.
"The infant needed immediate medical attention." (Το βρέφος χρειάστηκε άμεση ιατρική φροντίδα.) Εδώ, η χρήση της λέξης "infant" υποδηλώνει ένα πολύ νεογέννητο μωρό που πιθανότατα χρειάζεται εξειδικευμένη φροντίδα.
"She's a beautiful baby girl." (Είναι ένα πανέμορφο μωρό κορίτσι.) Και πάλι, μια γενική χρήση για ένα μωρό.
"The infant mortality rate has decreased significantly." (Το ποσοστό βρεφικής θνησιμότητας έχει μειωθεί σημαντικά.) Σε αυτό το παράδειγμα, η λέξη "infant" χρησιμοποιείται σε ένα στατιστικό πλαίσιο, αναφερόμενη σε μωρά κάτω του ενός έτους.
"The baby started walking at ten months old." (Το μωρό άρχισε να περπατάει σε ηλικία δέκα μηνών.) Εδώ η λέξη "baby" είναι πιο κατάλληλη.
Η επιλογή μεταξύ "infant" και "baby" εξαρτάται από το πλαίσιο και την ηλικία του μωρού. Γενικά, "baby" είναι η πιο ασφαλής επιλογή για τα περισσότερα περιστατικά.
Happy learning!