Lift vs Raise: Δύο Λέξεις, Δύο Διαφορετικές Χρήσεις

Οι λέξεις "lift" και "raise" στην αγγλική γλώσσα μπερδεύουν συχνά τους μαθητές. Και οι δύο σημαίνουν "σηκώνω", αλλά η χρήση τους διαφέρει. Το "lift" υποδηλώνει συνήθως μια κίνηση προς τα πάνω, με το αντικείμενο να μεταφέρεται σε κάποια άλλη θέση. Το "raise" υποδηλώνει μια αλλαγή στην θέση ενός αντικειμένου ή ενός ατόμου, συχνά με αύξηση του ύψους του. Η διαφορά μπορεί να φαίνεται μικρή, αλλά η κατανόησή της είναι σημαντική για την σωστή χρήση της αγγλικής γλώσσας.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

  • Lift: "He lifted the box onto the table." (Τον σήκωσε το κουτί πάνω στο τραπέζι.) Σε αυτό το παράδειγμα, το κουτί μεταφέρεται σε μια νέα θέση.

  • Raise: "She raised her hand to ask a question." (Σήκωσε το χέρι της για να κάνει μια ερώτηση.) Εδώ, το χέρι της αλλάζει θέση, αλλά δεν μεταφέρεται απαραίτητα σε μια νέα τοποθεσία.

  • Lift: "I need to lift this heavy weight." (Πρέπει να σηκώσω αυτό το βαριό βάρος.) Πάλι, εστίαση στη μεταφορά του βάρους.

  • Raise: "They raised the price of the tickets." (Αύξησαν την τιμή των εισιτηρίων.) Σε αυτήν την περίπτωση, το "raise" δεν περιγράφει φυσική κίνηση, αλλά αύξηση σε μια αξία.

  • Lift: "The crane lifted the car." (Ο γερανός σήκωσε το αυτοκίνητο.) Η μεταφορά του αυτοκινήτου είναι η κύρια έμφαση.

  • Raise: "The farmer raised cattle." (Ο αγρότης ανέθρεψε βοοειδή.) Εδώ, το "raise" σημαίνει ανατροφή ή φροντίδα, άρα δεν έχει να κάνει με φυσική μετακίνηση.

Παρατηρήστε πως το "lift" χρησιμοποιείται συχνότερα για αντικείμενα, ενώ το "raise" μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για αντικείμενα και για άτομα (ή ακόμη και αφηρημένες έννοιες, όπως τιμές).

Happy learning!

Learn English with Images

With over 120,000 photos and illustrations