Οι λέξεις "money" και "cash" στην αγγλική γλώσσα συχνά μπερδεύουν τους μαθητές. Και οι δύο αναφέρονται σε χρήματα, αλλά υπάρχει μια σημαντική διαφορά. Η λέξη "money" είναι γενικός όρος που αναφέρεται σε οποιοδήποτε μέσο πληρωμής, ενώ η λέξη "cash" αναφέρεται αποκλειστικά σε μετρητά, δηλαδή σε χαρτονομίσματα και κέρματα. Σκεφτείτε το "money" σαν μια ομπρέλα που καλύπτει διάφορες μορφές χρημάτων, ενώ το "cash" είναι ένα συγκεκριμένο είδος κάτω από αυτή την ομπρέλα.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
"I need some money to buy a new phone." (Χρειάζομαι κάποια χρήματα για να αγοράσω ένα νέο κινητό.) Σε αυτή την περίπτωση, δεν έχει σημασία αν θα χρησιμοποιηθούν μετρητά, πιστωτική κάρτα ή άλλο μέσο πληρωμής.
"I don't have much cash on me." (Δεν έχω πολλά μετρητά πάνω μου.) Εδώ, αναφερόμαστε αποκλειστικά σε χαρτονομίσματα και κέρματα.
"She earned a lot of money this year." (Κέρδισε πολλά χρήματα φέτος.) Η πρόταση αυτή αναφέρεται σε συνολικά κέρδη, τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν διάφορες μορφές πληρωμής.
"He paid for the groceries in cash." (Πλήρωσε τα ψώνικα του με μετρητά.) Εδώ, είναι ξεκάθαρο ότι χρησιμοποίησε μόνο μετρητά.
"The company's money is invested in stocks." (Τα χρήματα της εταιρείας είναι επενδυμένα σε μετοχές). Εδώ, το "money" αναφέρεται σε χρήματα σε διάφορες μορφές, πιθανόν σε τραπεζικούς λογαριασμούς κ.α.
"Can I pay with cash?" (Μπορώ να πληρώσω με μετρητά;) Αυτή η ερώτηση αναφέρεται αποκλειστικά σε μετρητά.
Happy learning!