Οι λέξεις "narrow" και "tight" στην αγγλική γλώσσα συχνά μπερδεύουν τους μαθητές, καθώς και οι δύο περιγράφουν κάτι στενό. Ωστόσο, υπάρχει σημαντική διαφορά στη σημασία τους. Η λέξη "narrow" αναφέρεται σε κάτι που έχει μικρό πλάτος, ενώ η λέξη "tight" αναφέρεται σε κάτι που είναι σφιχτό, που δεν αφήνει χώρο για κίνηση ή που εφαρμόζει πολύ σφιχτά.
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
- Narrow road: Ένας στενός δρόμος. (Η λέξη "narrow" αναφέρεται στο πλάτος του δρόμου.)
- The river is narrow at this point: Το ποτάμι είναι στενό σε αυτό το σημείο. (Εδώ, "narrow" περιγράφει την έλλειψη πλάτους του ποταμού.)
- Tight jeans: Τζιν που εφαρμόζουν πολύ σφιχτά. (Η λέξη "tight" δείχνει πόσο σφιχτά εφαρμόζουν τα ρούχα.)
- The lid is tight: Το καπάκι είναι σφιχτό. (Εδώ "tight" δηλώνει ότι το καπάκι κλείνει καλά και δεν ανοίγει εύκολα.)
- I have a tight schedule: Έχω ένα φορτωμένο πρόγραμμα. (Στις μεταφορικές χρήσεις, "tight" μπορεί να σημαίνει περιορισμένο, όπως σε ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα.)
- He gripped the steering wheel tightly: Χωρίστηκε σφιχτά το τιμόνι. (Here, "tightly" is an adverb modifying the verb "gripped," showing the force of the grip.)
Παρατηρήστε πως η "narrow" περιγράφει κυρίως διαστάσεις (πλάτος, ύψος), ενώ η "tight" περιγράφει την αίσθηση της εφαρμογής ή την έλλειψη χώρου για κίνηση.
Happy learning!