Pain vs Ache: Δύο λέξεις, δύο διαφορετικές έννοιες

Πολλοί μαθητές αγγλικών συγχύζονται με τις λέξεις "pain" και "ache". Και οι δύο λέξεις περιγράφουν πόνο, αλλά υπάρχει μια σημαντική διαφορά. Η λέξη "pain" περιγράφει έναν έντονο, συχνά ξαφνικό πόνο, ενώ η λέξη "ache" περιγράφει έναν πιο ήπιο, συνεχή πόνο, που κρατάει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Η "pain" υποδηλώνει πιο οξύ πόνο, ενώ η "ache" μια πιο αμβλύ και επίμονη αίσθηση.

Για παράδειγμα, αν τραυματίσετε το πόδι σας, θα νιώσετε έντονο πόνο: "I felt a sharp pain in my leg when I fell." (Ένιωσα έναν οξύ πόνο στο πόδι μου όταν έπεσα.) Αλλά αν το πόδι σας πονάει για μέρες μετά από μια ελαφριά άθληση, θα πείτε: "I have a dull ache in my leg." (Έχω έναν πονόλαιμο στο πόδι μου.)

Η "pain" μπορεί να χρησιμοποιηθεί για διάφορους τύπους πόνου, τόσο σωματικούς όσο και συναισθηματικούς. "He felt a lot of pain after the loss of his pet." (Ένιωσε πολύ πόνο μετά την απώλεια του κατοικιδίου του). Αντίθετα, η "ache" χρησιμοποιείται κυρίως για σωματικό πόνο.

Ας δούμε μερικά ακόμη παραδείγματα:

  • "I have a headache." (Έχω πονοκέφαλο.) – Εδώ χρησιμοποιείται το "ache" γιατί ο πονοκέφαλος είναι συνήθως ένας επίμονος πόνος.
  • "The burn caused me intense pain." (Το κάψιμο μου προκάλεσε έντονο πόνο.) – Εδώ χρησιμοποιείται το "pain" γιατί το κάψιμο προκαλεί ξαφνικό και έντονο πόνο.
  • "My muscles ache after the workout." (Οι μύες μου πονάνε μετά την προπόνηση.) – Και πάλι, το "ache" περιγράφει τον επίμονο πόνο στους μύες.
  • "The toothache was unbearable." (Ο οξύς πόνος στα δόντια ήταν αβάσταχτος.) – "Toothache" είναι ουσιαστικά μια λέξη που χρησιμοποιεί "ache" για να δηλώσει έναν συνεχή πόνο στα δόντια.

Happy learning!

Learn English with Images

With over 120,000 photos and illustrations