Restore vs Renew: Δύο Λέξεις, Δύο Διαφορετικές Εννοίες

Οι λέξεις "restore" και "renew" στην αγγλική γλώσσα συχνά μπερδεύονται, καθώς και οι δύο έχουν να κάνουν με την επαναφορά ή την ανανέωση κάποιου πράγματος. Ωστόσο, υπάρχει μια σημαντική διαφορά στην έννοια τους. Το "restore" σημαίνει να επαναφέρουμε κάτι στην προηγούμενη κατάσταση του, στην αρχική του μορφή, ενώ το "renew" σημαίνει να κάνουμε κάτι καινούριο, να ανανεώσουμε κάτι που έχει φθαρεί ή έχει παλιώσει, αλλά όχι απαραίτητα να το επαναφέρουμε στην αρχική του μορφή.

Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

  • Restore: "They restored the old painting to its former glory." (Επισκεύασαν τον παλιό πίνακα στην παλιά του δόξα.) Η φράση αυτή υποδηλώνει ότι ο πίνακας επανήλθε στην αρχική του κατάσταση, όπως ήταν πριν υποστεί φθορές.

  • Renew: "He renewed his driver's license." (Ανένεωσε το δίπλωμα οδήγησης του.) Σε αυτή την περίπτωση, το δίπλωμα δεν επανήλθε στην αρχική του μορφή, αλλά απλά ανανεώθηκε η ισχύς του. Δεν επέστρεψε σε μια προηγούμενη κατάσταση, αλλά απέκτησε μια νέα ισχύ.

  • Restore: "The carpenter restored the antique chair." (Ο ξυλουργός επισκεύασε την αντίκα καρέκλα.) Η καρέκλα επισκευάστηκε και επανήλθε στην αρχική της κατάσταση, όσο το δυνατόν.

  • Renew: "She renewed her subscription to the magazine." (Ανένεωσε την συνδρομή της στο περιοδικό.) Εδώ, η συνδρομή δεν επανήλθε στην προηγούμενη μορφή της, αλλά απλά ανανεώθηκε για μια νέα περίοδο.

  • Restore: "The government is trying to restore the economy." (Η κυβέρνηση προσπαθεί να αποκαταστήσει την οικονομία.) Αυτό σημαίνει να επαναφέρει την οικονομία στην προηγούμενη, καλή της κατάσταση.

  • Renew: "The couple renewed their vows." (Το ζευγάρι ανένεωσε τους όρκους του.) Αυτό σημαίνει ότι έκαναν ξανά τους όρκους τους, δημιουργώντας μια νέα δέσμευση, χωρίς να επαναφέρουν κάποια προηγούμενη κατάσταση.

Η λεπτή αυτή διαφορά στην έννοια μπορεί να φαίνεται μικρή, αλλά είναι σημαντική για την σωστή χρήση των λέξεων αυτών.

Happy learning!

Learn English with Images

With over 120,000 photos and illustrations