Οι λέξεις "similar" και "alike" στην αγγλική γλώσσα χρησιμοποιούνται συχνά για να περιγράψουν πράγματα που μοιάζουν μεταξύ τους, αλλά υπάρχει μια σημαντική διαφορά στη χρήση τους. Το "similar" υποδηλώνει μια ομοιότητα σε κάποια χαρακτηριστικά, ενώ το "alike" υποδηλώνει μια πιο γενική και συχνά ολοκληρωτική ομοιότητα. Με απλά λόγια, τα πράγματα που είναι "alike" είναι πολύ πιο παρόμοια από αυτά που είναι "similar".
Ας δούμε μερικά παραδείγματα:
Similar: "The two houses are similar in size and design." (Τα δύο σπίτια είναι παρόμοια σε μέγεθος και σχεδιασμό.) Εδώ, η ομοιότητα αφορά μόνο το μέγεθος και το σχεδιασμό. Μπορεί να υπάρχουν άλλες σημαντικές διαφορές.
Alike: "The twins are exactly alike." (Τα δίδυμα είναι ακριβώς ίδια.) Εδώ, η ομοιότητα είναι πολύ πιο ολοκληρωτική. Τα δίδυμα μοιάζουν σε όλα τα χαρακτηριστικά τους.
Similar: "Their personalities are similar, but they have different hobbies." (Οι προσωπικότητές τους είναι παρόμοιες, αλλά έχουν διαφορετικά χόμπι.) Η ομοιότητα περιορίζεται στην προσωπικότητα, ενώ υπάρχουν διαφορές σε άλλες πτυχές.
Alike: "The two paintings are so alike, it's hard to tell them apart." (Οι δύο πίνακες είναι τόσο ίδιοι, που είναι δύσκολο να τους ξεχωρίσεις.) Η ομοιότητα είναι τόσο μεγάλη που καθιστά δύσκολη την διάκριση.
Σημειώστε ότι το "alike" χρησιμοποιείται συχνά με το ρήμα "to be" και συχνά ακολουθείται από μια φράση που προσδιορίζει την ομοιότητα. Το "similar" μπορεί να χρησιμοποιηθεί με διάφορα ρήματα (π.χ., to seem, to appear) και μπορεί να ακολουθείται από μια πρόθεση (π.χ., similar to, similar in...).
Η σωστή χρήση αυτών των δύο λέξεων εξαρτάται από το βαθμό ομοιότητας που θέλετε να περιγράψετε.
Happy learning!